Στην κεντρική πλατεία της Κοζάνης, έξω απ’ την Εθνική
Τράπεζα, τέτοια εποχή [τέλη Οκτώβρη-αρχές Νοέμβρη] ένας καστανάς έστηνε τη φουφού στο πεζοδρόμιο.
Πολυσύχναστο το μέρος, αρκετοί οι πελάτες, αλλά εποχιακό το εισόδημα του καστανά και λιγοστό.
Μια ημέρα έρχεται ένας φίλος του -φτωχαδάκι κι αυτός- και ο καστανάς, όπως πάντα, τον κερνάει ένα κάστανο. Εκείνος το έφαγε, όμως φερόταν σαν κάτι ακόμα να ήθελε!
Πολυσύχναστο το μέρος, αρκετοί οι πελάτες, αλλά εποχιακό το εισόδημα του καστανά και λιγοστό.
Μια ημέρα έρχεται ένας φίλος του -φτωχαδάκι κι αυτός- και ο καστανάς, όπως πάντα, τον κερνάει ένα κάστανο. Εκείνος το έφαγε, όμως φερόταν σαν κάτι ακόμα να ήθελε!
Καστανάς: - Μήπους θέλτς κι’ άλλου;
Φίλος: -
Όχ΄, αρα!
Κ. -
Σι βλέπου στινάχουρου!...
Φ. -
Έ… είμι!
Κ. -
Τι τρέχ΄, αρα;
Φ. -
Άκου: έχου ανάγκη κι θέλου, αν μπουρείς, να μι δώεις δανκό ένα πινηντάρκου!
Κ. -
Τράβα ικεί απέναντι, στου πιζουδρόμϊου τς πλατείας. (ο Φ. πααίν΄ απέναντι) Φαίνιτι η νταμπέλα τς
Τράπιζας;
Φ. -
Φαίνιτι.
Κ. -
Τι γράφ΄;
Φ. -
«Ιθνική Τράπιζα τς Ιλλάδους».
Κ. -
Έλα ιδώ! (ο Φ. έρχιτι κουντά-τ’) Του μέρους αυτό είνι καλή πχιάτσα κι για
να μ΄ αφήκν να πλώ κάστανα, έκαμα μνιά συμφουνία μι του Διιφθυντή τς
Τράπιζας: Αυτοί
δέ θα πλούν κάστανα κι’ ιγώ δέ θα δίνου δάνεια!
Στη μνήμη του φίλου
Λάζου Μπόκα, απ’ τον οποίο το πρωτοάκουσα.
Αστέρης Χρ. Χριστοδούλου
Στο παραπάνω βίντεο ο αναγνώστης μπορεί να ακούσει
μιά παραλαγή του ανέκδοτου, μετά 30ό λεπτό.